Επιλογή Σελίδας

Ασχολούμαι αυτές τις μέρες με το πρώτο κεφάλαιο του διδακτορικού (που είναι σαν το γιοφύρι της Άρτας: ολημερίς το χτίζανε, το βράδυ εγκρεμιζόταν).
Καταπιάνομαι λοιπόν με τις Μέλαμπες ως τόπο εδαφικό προτού περάσω στη συμβολική και ψηφιακή τους ταυτότητα. Και ένα από τα θέματα σε αυτό το πρώτο κεφάλαιο είναι η οργάνωση του οικισμού.

Πάνω Ρούγα, Κάτω Ρούγα, Μεσοχωριά, βρύσες, το νεκροταφείο (“το μεγάλο χωριό”, όπως λέει η κυρία Ολυμπία), η πλατεία, τα καφενεία της ανδρικής συνεστιακότητας.

Μέσα σε όλα αυτά, και ο Πλάτανος.
Ο χιλιοτραγουδισμένος πλάτανος που σκεπάζει την Κάτω Βρύση του χωριού. Κι έτσι όπως υψώνεται, αντικρίζει κατάματα την Αγία Παρασκευή που είναι χτισμένη από πάνω.
Ο δικός μας λεβέντης, του δικού μας χωριού.

Ένα βράδυ είχα μπει στην ταβέρνα του Μπαξέ και με καλεί ένας χωριανός στο τραπέζι του.
Μου δείχνει μια φωτογραφία στον τοίχο:
– Θωρείς έτηνέ τη φωτογραφία; Είναι η παλαιότερη του χωριού μας. Από το 1910!

Ήταν μια ασπρόμαυρη φωτογραφία πανοραμική του χωριού.
Έστρεψε το βλέμμα του πάλι σε εμένα και με ρώτησε:
– Παρατηρείς πράμα περίεργο;

Προσπαθούσα να ξεχωρίσω ανάμεσα στα σκοτεινά και φωτεινά σημεία της εικόνας κάτι ασυνήθιστο. Μετά από λίγα λεπτά, κούνησα αρνητικά το κεφάλι.
Με κοίταξε με μάτια που σπίθιζαν και είπε:
– Δεν υπάρχει ο πλάτανος!

Γούρλωσα τα μάτια μου. Πράγματι, ένα κενό υπήρχε στο σημείο εκείνο και ο μικρός βυζαντινός ναός φαινόταν τώρα ξεκάθαρα, ολόκληρος.
Νόμιζα πως ο λεβέντης μας στέκει αιώνες εκεί και συναγωνίζεται την Αγία Παρασκευή στις ιστορίες που ‘χει ακουσμένες στον ασκιανό του.
– Μα πώς;;, σχεδόν ψέλλισα.
– Λένε πως ένας χωριανός τον φύτεψε αργότερα όταν γεννήθηκε η κόρη του, μου απάντησε χαμογελώντας.

Γράφω απόψε για τη σχέση φύσης/κοινωνίας, πώς η φύση παράγει πολιτισμό και ίσως και το αντίστροφο και θυμήθηκα το περιστατικό αυτό. Το δέντρο είναι φυσικό στοιχείο, όμως η χρήση του από τον άνθρωπο είναι διαδικασία πολιτισμική.

Ήθελα να ρωτήσω ξανά τον χωριανό μας, πρέπει να επιβεβαιώσω την ιστορία αυτή, αν πράγματι ένας πατέρας φύτεψε τον πλάτανο ή η λαϊκή φαντασία καλλιέργησε μέσα στον αιώνα τούτη την τρυφερή ιστορία.
Δυστυχώς όμως δεν πρόλαβα. Ο Νίκος ο Ξενικός έφυγε ξαφνικά από τη ζωή πριν κάμποσο καιρό.
Η τελευταία φορά που είχα πιει μαζί του ρακές ήταν ένα μεσημέρι κάτω από τον πλάτανο.

Απόψε που πέτυχα πάλι τη φωτογραφία αυτή, το βλέμμα μου έπεσε στο κενό που υπάρχει εκεί.

#myMelampes