Επιλογή Σελίδας

Οι ξύλινες πόρτες του παραδοσιακού ριάντ άνοιξαν διάπλατα και μπροστά μας απλώθηκε η έρημος Σαχάρα. Ο Άραβας που θα οδηγούσε το καραβάνι μας μάς ζύγισε με το μάτι, γυναίκες και άντρες της παρέας, για να αποφασίσει με ποια σειρά θα δέσει τις καμήλες που θα ιππεύαμε.

Διασχίζαμε τους αμμόλοφους με τα μάτια ορθάνοιχτα, να χορτάσουμε τη χρυσαφένια θάλασσα. Πέρασε αρκετή ώρα μέχρι να φτάσουμε στην κατασκήνωση όπου θα διανυκτερεύαμε. Ξεπεζέψαμε από τις καμήλες και κουκουβίσαμε σαν μικρά παιδιά στη ζεστή άμμο, να δούμε τον αφρικάνικο ήλιο να δύει. Πίσω μας άρχισαν να ανάβουν ένα-ένα τα φανάρια κατά μήκος των χαλιών που μας καλωσόριζαν στις λευκές σκηνές. Ανατολίτικα χαλιά, στρωμένα στην άμμο, βγαλμένα θα ‘λεγες από τις χίλιες και μία νύχτες. Κάτσαμε γύρω από το τραπέζι για να πιούμε το μαροκινό τσάι μέχρι να ετοιμαστεί το βραδινό που θα μας σέρβιραν.

Ξεθάρρεψα και έκανα λίγες ερωτήσεις στον οδηγό για τα καραβάνια, για την έρημο παλιά, τη ζωή στο σήμερα, να μάθω ιστορίες παλαιινές. Ρώτησα κάποια στιγμή για την καμήλα μου, αν είναι θηλυκή ή αρσενική ώστε να μάθω στη συνέχεια τη νοοτροπία ονοματοδοσίας στα οικόσιτα ζώα τους. Μου απάντησε πως όλες οι καμήλες στα καραβάνια είναι αρσενικές. Και συνέχισε:
τις θηλυκές τις έχουμε κλεισμένες. Τις έχουμε για το γάλα και το κρέας τους”, εννοώντας την αναπαραγωγή για αύξηση του κοπαδιού και τη σφαγή για βρώση.

Έστρεψα το βλέμμα μου πέρα, στους αμμόλοφους που είχαν χαθεί πια στον σκοτεινό ορίζοντα. Να τοποθετήσω τον τρόπο ζωής στη γεωμορφολογία του τόπου. Πώς εμπορευματοποιείται ένας πολιτισμός κάποιες φορές και χάνει την εθνογραφική του αίγλη. Και πώς θα ήθελα κάποια στιγμή να κάνω επιτόπια έρευνα σε παραδοσιακές κοινότητες εκτός Ελλάδας, σε κοινότητες βεδουίνων λόγου χάρη, να κατανοήσω πώς τους έπλασε η δύσκολη έρημος, όπως αντίστοιχα έπλασαν οι δικοί μας κακοτράχηλοι τόποι τον δικό μας λαό.

Ταξίδευαν οι σκέψεις μου στις προφορικές παραδόσεις και τα παραμύθια των λαών, μέχρι που ο Άραβας με επανέφερε σε μία σκληρή πραγματικότητα συμπληρώνοντας την κουβέντα του με κάποιες τελευταίες λέξεις:
Όπως και τις γυναίκες μας”.

Τον κοίταξα με γουρλωμένα μάτια, αρνούμενη να δεχτώ τα λόγια που μου ξεφούρνισε εκείνη τη στιγμή. Έσπευσε να επαναλάβει:
Όπως και τις γυναίκες μας. Τις έχουμε για το γάλα και το κρέας τους” εξήγησε και χαμογέλασε με τα κοφτερά του δόντια να γυαλίζουν στο λιγοστό φως της φωτιάς.

Τούτη η ανάρτηση είναι αφιερωμένη στην επικαιρότητα και τα “αρσενικά παλιάς κοπής” που αλωνίζουν στο καλλιτεχνικό στερέωμα της χώρας μας προάγοντας τον δυτικό πολιτισμό.