Με μία φωτογραφία από τα Φέρε αποχαιρετώ το 2024. Από τον παλιό σιδηροδρομικό σταθμό.
Θαρρώ πως ταιριάζει, αφού κάθε αποχαιρετισμός κουβαλά μία μικρή μελαγχολία.
Και οι σιδηροδρομικοί σταθμοί του κόσμου όλου, λες και είναι κατά φύσιν μελαγχολικοί.
Αποχωρισμοί, λόγια που δεν ειπώθηκαν, σφιγμένα χείλη και κόμποι στον λαιμό.
Και εκείνα τα βλέμματα που δεν ξεχωρίζονται μέχρι να χαθεί το τρένο στον ορίζοντα.
Ο παλιός σιδηροδρομικός σταθμός στα Φέρε είναι μία Στιγμή που κρατώ φυλαχτό από το ταξίδι μας στη Θράκη. Όλο αυτό το roadtrip στις πόλεις και τα χωριά, σχεδιάστηκε με μία αιτία.
Τούτο το μικρό χωριό, εκεί στα βόρεια.
Και συγκεκριμένα, το στρατόπεδό του.
Στα σύνορα της Ελλάδας, εκεί όπου έκανε ο πατέρας μου φαντάρος και ασυρματιστής το 1971.
Από την Κρήτη στον Έβρο. 2 χρόνια θητεία.
Ήταν μία ημέρα γεμάτη συγκίνηση εκείνη η Παρασκευή του Δεκέμβρη που γνώρισα από κοντά τον τόπο. Έψαξα, ρώτησα, έμαθα. Περπάτησα, γνώρισα. Μου έχει τόσες ιστορίες ειπωμένες για ‘κείνα τα χρόνια, που το ‘χα σαν τάμα να πάω κάποτε.
Φεύγοντας μετά από ώρες, προτού πάρουμε τον δρόμο για το δέλτα του Έβρου, γυρίζει ο Στεφανής:
– Θέλω να δούμε κάτι ακόμα. Δώσε μου λίγα λεπτά, λέει και στρίβει σ’ έναν χωματόδρομο.
Στο βάθος, μερικά κτήρια εγκαταλελειμμένα, πνιγμένα στη βλάστηση, ξεχασμένα από τους ανθρώπους.
Κατεβαίνω από το αμάξι και εντοπίζω μία σιδηροδρομική γραμμή. Το βλέμμα μου την ακολουθεί και καταλήγει σ’ έναν όμορφο κτίσμα, γραφικό, βγαλμένο λες και από παλιά ταινία.
Στην κορυφή, μία πινακίδα. Άσπρη, καθαρή, αλώβητη από τη σκόνη και τον Χρόνο, με μεγάλη χαρακτηριστική γραμματοσειρά που συναντάς στους παλιούς σταθμούς:
Φέρες.
Χαμογελώ.
“Στις Φέρες” λένε οι περισσότεροι.
“Στα Φέρε” λένε οι λίγοι, ανάμεσά τους κι ο πατέρας μου. Αυτό το τοπωνύμιο κρατώ κι εγώ.
Οι σκέψεις μου τρέχουν απανωτά και πλάθουν εικόνες: τρένα, σφυρίγματα, βαλίτσες, τον κόσμο να καταφτάνει σε τούτη την άκρια της χώρας, από πού να ‘ρχονται, γιατί άραγε, τα χιόνια κάποτε, φαντάροι με τους χιλιόβαρους σάκους, τα σύνορα, ο πατέρας μου, το χιόνι που αντίκρισε για πρώτη φορά στη ζωή του σε σκοπιά.
Το μυστικό για τον καλό ελληνικό καφέ που έμαθε από μία ντόπια όταν τού προξένευε την κόρη της, η διάκριση που πήρε για την καλύτερη ταχύτητα στον κώδικα Μορς.
Ιστορίες αστείες, ιστορίες δυνατές, ιστορίες του στρατού.
Ο ήλιος πέφτει και πρέπει να φύγουμε. Στέκομαι στην έρημη αποβάθρα, παίρνω μία βαθιά ανάσα και κλείνω μέσα μου τούτη τη γωνίτσα της Ελλάδας. Είναι πια από τις αγαπημένες μου.
Ανοίγω τα μάτια και χαμογελώ στον Στεφανή.
Κρατώ τα ωραία και αποχαιρετώ τα δύσκολα.
Εύχομαι για χαρούμενες ιστορίες και φωτεινές στιγμές.
Όλα κάνουν τον κύκλο τους και πρέπει να εξοικειωθούμε με αυτό.
Σε ευχαριστούμε, 2024.
Με το καλό να έρθει η νέα χρονιά.